το έργο του Νικηφόρου Λύτρα.
Ο Νικηφόρος Λύτρας είναι ένας από τους κορυφαίους έλληνες ζωγράφους αλλά και από τους πρωτοπόρους στη διδασκαλία της ζωγραφικής στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα αλλά και από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της σχολής του Μονάχου. Ο Λύτρας κατάφερε να απαλλάξει την ελληνική ζωγραφική από το στίγμα του επαρχιωτισμού και της αβεβαιότητας μια και ήταν σε πειραματικά στάδια, και κατάφερε να μεταπλάσει τη δυτική εμπειρία του σε γνήσια ελληνική έκφραση. Γεννήθηκε το 1832 στον Πύργο της Τήνου. Η μάνα του ήταν η Χρυσαυγή Λύτρα και ο πατέρας του ήταν ο Αντώνιος Λύτρας και εργαζόταν ως λαϊκός μαρμαρογλύπτης ο οποίος, αφού ταξίδευσε σε όλες τις μεγάλες πόλεις στα Βαλκάνια λόγω δουλειάς, κατέληξε στην Τήνο. Ο πατέρας του, του μετέδωσε αυτή την αγάπη για την τέχνη και η καλλιτεχνική έφεση του μικρού Νικηφόρου εκδηλώνεται.
Στα 18 του χρόνια, το 1850, πηγαίνει στην Αθήνα με συνοδεία του πατέρα του και γράφτηκε στο Σχολείο των Τεχνών (σημερινή ΑΣΚΤ) στη ζωγραφική. Δάσκαλοι του ήταν τα αδέλφια Γεώργιος Μαργαρίτης (1814-1884) και Φίλιππος Μαργαρίτης (1810-1892) όπου και οι δύο τους ακολουθούσαν την άχρωμη ρομαντική τάση του κλασικού ευρωπαϊκού ακαδημαϊσμού Άλλοι δάσκαλοι του ήταν ο ιταλός και ευαίσθητος καλλιτέχνης Raffaelo Ceccoli, ο μοναχός Αγαθάγγελος Τριανταφύλλου (σαν καθηγητής του στην ξυλογραφία) και ο διευθυντής της Σχολής ο Γερμανός Ludwig Thiersch (1825-1909) όπου ο τελευταίος συνεπαρμένος από το μοναδικό ταλέντο του Λύτρα, τον πήρε υπο την προστασία του και τον ανέδειξε.
Το 1835- ’55 ο Λύτρας αγιογραφεί μαζί με τον Ludwig Thiersch την ρώσικη εκκλησία της Σωτήρας του Λυκοδήμου στην Αθήνα. Στις παραστάσεις που κοσμούν το εσωτερικό του ναού μπορεί κανείς να δει την αναμόρφωση της βυζαντινής τέχνης με τους κανόνες της δυτικής ζωγραφικής, όπως του χρυσού βάθους και των εικονογραφικών τύπων των θρησκευτικών παραστάσεων, με την τεχνική της δυτικής ζωγραφικής, όπως προοπτική, φωτοσκίαση, ελαιοχρώματα. Η βαθιά επίδραση που δέχθηκε ο Λύτρας από τον Thiersch κατά τη διάρκεια της συνεργασίας τους στη Ρώσικη Εκκλησία, είναι ιδιαίτερα εμφανής στις τοιχογραφίες που φιλοτέχνησε ο Λύτρας στον μικρό ναό του Αγίου Γεωργίου στο Χαϊδάρι.
Το 1856 τελειώνει τις σπουδές του. Το 1860, με την οικονομική υποστήριξη της ελληνικής κυβέρνησης, και όντας 28 χρονών, σπουδάζει ως το 1866 στην Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών στο Μόναχο. Βασικός εκπρόσωπος του κλασικισμού, της ιστορικής ρεαλιστικής ζωγραφικής και μέγας δάσκαλος της Σχολής του Μονάχου είναι ο Karl von Piloty (γιός λιθογράφου). Με αυτόν τον καθηγητή ο Λύτρας αναπτύσσεται. Ακολουθεί τη γραμμή του δασκάλου του με το έργο του «Η Αντιγόνη μπρός στο νεκρό Πολυνίκη» 1865. Ο Piloty έγραφε για τον Λύτρα πως είναι κατευθείαν απόγονος του εξαίρετου ζωγράφου της αρχαιότητας Απελλού.
Το 1904, σε ηλικία 72 ετών πεθαίνει ύστερα από μια σύντομη ασθένεια που εικάζεται για δηλητηρίαση από τα χρώματα.